Γ. Ν. ΦΙΛΙΑ
Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών
Βαρυσήμαντη η αναγγελία του Ιδιομέλου των Αίνων, στον Όρθρο της Κυριακής της Τυρινής: «Άρχισε η περίοδος του αγώνα για τις αρετές».
Πρόκειται για μία από τις πολλές αλήθειες, με τις οποίες η Εκκλησία μας αναγγέλλει την έναρξη της ιερότερης περιόδου του λειτουργικού έτους. Είτε μέσα από μία προσωπική θρησκευτική καλλιέργεια, είτε μέσα από μία οικογενειακή και κοινωνική παράδοση, οι πιστοί προσεγγίζουν (έστω και σε διαφορετικό βαθμό) την κατανυκτικότητα της Μ. Τεσσαρακοστής και εκδηλώνουν ποικιλοτρόπως την αγωνιστική παρουσία τους στο «στάδιο των αρετών»: με τη νηστεία, με την εντονότερη προσευχή, με τη συχνότερη προσέλευση στη θεία Κοινωνία, με την καλλιέργεια ευσεβών σκέψεων, με την μετάνοια και με την προσπάθεια να αγαπήσουν θυσιαστικά τον συνάνθρωπο.
Αυτός ο αγώνας των πιστών για την κατανυκτικότερη προσέγγιση της Μ. Τεσσαρακοστής ενισχύεται από την Εκκλησία με την πρόσκληση για εντονότερη λειτουργική ζωή: πρόκειται για μία «αλυσίδα λειτουργικών ευκαιριών», για ένα «πνευματικό τραπέζι» που ο Θεός παραθέτει στους δούλους Του [όπως προεικονιστικά είχαν επισημάνει οι Παροιμίες στην Παλαιά Διαθήκη (9, 2-3)]. Κι όλα αυτά με στόχο την κατά το δυνατόν άξια συμμετοχή στον Σταυρό και την Ανάσταση του Κυρίου, όπως διακηρύσσει η Οπισθάμβωνος ευχή της Λειτουργίας των Προηγιασμένων Δώρων. Έτσι, η Μ. Τεσσαρακοστή καθίσταται κλίμακα που οδηγεί στον Γολγοθά και στο φως του κενού τάφου του Κυρίου.
Από τον Κατανυκτικό Εσπερινό της Κυριακής μέχρι την απόλυση της Λειτουργίας των Προηγιασμένων κατά την Παρασκευή που ακολουθεί (τα Σάββατα και οι Κυριακές αποτελούν «λειτουργικές νησίδες» της Μ. Τεσσαρακοστής), η Εκκλησία απευθύνει πρόσκληση για εντονότερη προσευχή και ευχαριστιακή συμμετοχή, απευθύνει πρόσκληση να προσφέρουμε- μέσα από ποικιλόμορφο πνευματικό αγώνα- το ένα δέκατο της ζωής μας ως δοξολογία του Δημιουργού μας, εφόσον η περίοδος αυτή αποτελεί (περίπου) το ένα δέκατο των ημερών του έτους. Όπως χαρακτηριστικά τονίζει ένα «βασιλικό» τυπικό της Μονής του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, η Μ. Τεσσαρακοστή αποτελεί την «ενιαύσια δεκάτωση» της ζωής μας ως ολοκληρωτική προσφορά στον Θεό, την πηγή της υπάρξεώς μας: «Ιστέον δε ως αποδεκατισμός εστιν αύτη η αγία και μεγάλη Τεσσαρακοστή», θα επαναλάβει το Συναξάριο της Κυριακής της Τυρινής.
Έτσι, η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται αφενός μεν από τον πνευματικό αγώνα, αφετέρου δε από την πνευματική προσφορά (τη δεκάτη) προς το Θεό. Στην πρώτη περίπτωση, η θεία Λατρεία καθίσταται «όπλον κατά του διαβόλου», εφόσον απέναντι στην δαιμονική πρόσκληση να λατρεύσει ο άνθρωπος «την κτίση παρά τον κτίσαντα» (Ρωμ. 1, 25), ο πιστός απαντά εμπράκτως «λατρεύοντας τον Κύριο και Θεό του» (Μτ. 4, 10· Λκ. 4, 8), χρησιμοποιώντας ως «θαυμαστό όπλο την προσευχή» (όπως τονίζει το Ιδιόμελο των Αίνων της Δευτέρας, κατά την Β´ εβδομάδα των Νηστειών). Στην δεύτερη περίπτωση, η «δοξολογία, η διηνεκής ψαλμωδία και η καθαρά προσευχή» (όπως αναφέρεται στο έργο «Εις την είσοδον των αγίων νηστειών» που αποδίδεται στον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο) συνιστούν τον τρόπο, δια του οποίου προσφέρεται ο βίος του πιστού «εκλεκτόν ώσπερ θυμίαμα τῳ Κυρίῳ» (όπως τονίζει το β´ κάθισμα κατά την Δευτέρα της Α´ εβδομάδας των Νηστειών).
Ο άνθρωπος, επομένως, καθίσταται «ιερός» ως «αφιερωμένος» στο Θεό και καλείται να αποσπαστεί από κάθε κοσμική μέριμνα και να διαθέσει τον εαυτό του στη Λατρεία του Θεού. Και εφόσον επιλέξει να βαδίσει την Μ. Τεσσαρακοστή με τον συγκεκριμένο τρόπο, τότε ακριβώς οι ημέρες της Τεσσαρακοστής καθίστανται «άγιες» και «ιερές», ως «ημέρες προσευχής και δεήσεως» (όπως τονίζει ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης).
Τον πνευματικό αγώνα του πιστού κατά την Μ. Τεσσαρακοστή διέπει και νοηματοδοτεί η έννοια της «ασκήσεως»· έννοια, η οποία δεν αφορά μόνο στους ασκητές μοναχούς, αλλά σε κάθε μέλος της Εκκλησίας που καλείται να αγωνιστεί σύμφωνα με τις σωματικές και πνευματικές αντοχές του. Μέσα από την πολυσήμαντη άσκηση, η Μ. Τεσσαρακοστή καθίσταται ένα «ιερό εκπαιδευτήριο» για το κάθε μέλος της Εκκλησίας, στο οποίο παρέχει μοναδική ευκαιρία για αυτοεξέταση και για βελτίωση των προτύπων της πίστεως και της ηθικής ζωής (υπό την ευρεία έννοια της τελευταίας). Του παρέχει την αφορμή να εγκαινιάσει μία καινούργια ζωή, λαμπρότερη από την προηγούμενη και να διακηρύξει μαζί με τον απόστολο Παύλο την ουσία της μεγάλης απόφασής του: «Τα μεν οπίσω επιλανθανόμενος, τοις δε έμπροσθεν επεκτεινόμενος, κατά σκοπόν διώκω εις το βραβείον της άνω κλήσεως του Θεού εν Χριστῴ Ιησού» (Φιλ. 3, 13-14).
Ας διατρέξουμε, λοιπόν, το «στάδιο των αρετών» με όπλο την άσκηση όχι ως σωματοκτονία, αλλά ως παθοκτονία, έχοντας εγκολπωθεί τις αλήθειες που εκφράζει η θεολογική γραφίδα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά που μας προτρέπει με τα ακόλουθα λόγια:
«Την ημετέραν νηστείαν και ψαλμωδίαν ως αυτού παρόντος και εφορώντος του Θεού ποιώμεθα, ειδότες ως ούτε νηστεία, ούτε ψαλμωδία, ούτε προσευχή σώζειν ημάς καθ᾽ εαυτά δύνανται, αλλά το ενώπιον εκτελείσθαι ταύτα του Θεού. Ούτω γαρ οι οφθαλμοί Κυρίου επιβλέποντες αγιάζουσιν ημάς, ως ο ήλιος θερμαίνει τα υπ᾽ αυτού καταλαμπόμενα. Ενώπιον δε ταύτα γίνεται Θεού, όταν ατενώς η διάνοια εκείνῳ ενορᾴ και δια το προς αυτόν οράν και νηστεύῃ και ψάλλῃ και προσεύχηται» (Ομιλία Θ´, Εν τῳ καιρῴ της νηστείας και προσευχής).
Ας διατρέξουμε, λοιπόν, αυτή την αγία περίοδο υποδεχόμενοι βιωματικά την προτροπή του Αστερίου Αμασείας:
«Ουκούν, όσοι της φιλοσοφίας τρόφιμοι και των υψηλών ερασταί και μαθηταί του Λόγου, αγαπήσατε τον ενεστώτα καιρόν και την αγίαν Τεσσαρακοστήν χαίροντες υποδέξασθε, ως σωφροσύνης διδάσκαλον και αρετής μητέρα και τροφόν των υιών του Θεού και παιδαγωγόν ατάκτων και γαλήνην ψυχών και ευστάθειαν βίου και ειρήνην ένσπονδον και ατάραχον (Λόγος ΙΔ´, Εις την αρχήν των νηστειών).