Κωνσταντίνου Κωτσιόπουλου
Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Η Μεγάλη Σαρακοστή ως προσκυνηματική πορεία προς τις πηγές της Ορθόδοξης πίστης, είναι μια νέα ανακάλυψη του θεοκεντρικού τρόπου ζωής η οποία θέτει τον άνθρωπο προ της κλήσεως που του απευθύνει ο Θεός. Η κλήση αυτή μας καλεί σε έναν αγώνα για μια νέα ζωή η οποία ανέτειλε δια του τάφου˙ «συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6,4).
Είναι η περίοδος της εγκράτειας, του αυτοελέγχου, της αυτοσυγκέντρωσης, της αυτοκριτικής και της ανόρθωσης που οδηγεί στην ενδοσκόπηση και στην κατάκριση του υπερήφανου πνεύματος. Μέσω της ταπεινώσεως θα επιτευχθεί η απελευθέρωση από την υπαρξιακή μοναξιά μας και το άνοιγμα στην αγάπη των τέκνων του Θεού, στην κοινωνία θεώσεως και Αγίων, που είναι το Σώμα Χριστού, η Εκκλησία, η πραγματική κοινωνία ελευθέρων προσώπων.
Πράγματι, η ασκητική πορεία της Μ. Σαρακοστής, απελευθερώνει από την ναρκισσιστική αυτοθέωση μας και βοηθά στην επιστροφή, εν μετανοία, από την αυτοεξορία μας και την αποδημία μας από την Αγάπη του Θεού. «Ὡς ὁ Ἄσωτος Υἱός, ἦλθον κἀγὼ Οἰκτίρμων, ὁ τὸν βίον ὅλον δαπανήσας ἐν τῇ ἀποδημίᾳ· ἐσκόρπισα τὸν πλοῦτον, ὃν δέδωκάς μοι Πάτερ· δέξαι με μετανοοῦντα ὁ Θεός καί ἐλέησόν με» (Αίνοι Κυριακής Ασώτου).
Αρχίζουμε ένα ταξίδι προσκυνηματικό στα βήματα της χαρμολύπης της Μ. Σαρακοστής, που μας προορίζει όμως στη χαρά της Ανάστασης, στη δόξα της Βασιλείας του Θεού. Πρόκειται για την πνευματική άνοιξη της χαράς και του φωτός και για τον λόγο αυτό την χαιρετίζουμε στον Εσπερινό της Τετάρτης με τα λόγια του ύμνου:
«Ἀνέτειλε τὸ ἔαρ τῆς νηστείας,
καὶ τὸ ἄνθος τῆς μετανοίας·
ἁγνίσωμεν οὖν ἑαυτοὺς ἀδελφοί,
ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ,
τῷ φωτοδότῃ ψάλλοντες, εἴπωμεν·
δόξα σοι, μόνε Φιλάνθρωπε»
Μια νέα ζωή έρχεται που ανατρέπει τις τυπολατρείες και τους νομικισμούς, αφού «τὸ σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον» (Μαρκ. 2, 27) και διαλύει τα στερεότυπα˙ «ἐσθίοντα μετὰ τῶν τελωνῶν καί ἁμαρτωλῶν» (Μαρκ. 2, 14-17).
Οι Κυριακοί αυτοί λόγοι, που ακούγονται τα Σάββατα των Νηστειών, παραπέμπουν ευθέως στη θεραπεία του αδιεξόδου των διαπροσωπικών σχέσεων και προτρέπουν για τη θεραπεία της υποκρισίας ώστε να μην φαινόμαστε «τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες, ἀλλὰ τῷ πατρί ἡμῶν τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ».
Με τις προϋποθέσεις αυτές κερδίζουμε τη συγχωρητικότητα και επιστρέφουμε στην ενότητα, στην ομόνοια και στην αλληλοπεριχώρηση των τέκνων του Θεού.